Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

ΕΡΕΙΠΙΑ

Η Ζωή Μαυρουδή, η Irate Greek, το Omnia TV και το περιοδικό UNFOLLOW, παρουσιάζουν:

ΕΡΕΙΠΙΑ

Ένα ντοκιμαντέρ για τη συγκλονιστική υπόθεση ποινικοποίησης του HIV στην Ελλάδα. Η εξιστόρηση της δίωξης των οροθετικών γυναικών, οι οποίες προσήχθησαν από την Ελληνική Αστυνομία, υπέστησαν εξαναγκαστικούς ελέγχους για ΗΙV, προφυλακίστηκαν για κακούργημα, και τελικά διαπομπεύτηκαν, όταν οι φωτογραφίες και τα προσωπικά τους δεδομένα δημοσιοποιήθηκαν στα ΜΜΕ, λίγες μέρες πριν τις εθνικές εκλογές της 6ης Μαΐου 2012.


"...Θέλησα να κάνω αυτό το ντοκιμαντέρ γιατί πιστεύω ότι η υπόθεση των διαπομπευμένων οροθετικών γυναικών αντικατοπτρίζει όλα όσα έχουν πάει στραβά στη χώρα μας τα χρόνια της κρίσης: τον αυξανόμενο συλλογικό μας πανικό, την ανικανότητα των θεσμών, τη δουλικότητα των ΜΜΕ απέναντι στην υποτιθέμενη ιερότητα της εξουσίας, το φαρισαϊσμό των πολιτικών μας και την άνοδο του αστυνομικού κράτους..."


Απόσπασμα απ' τη δήλωση  της Zωής Μαυρουδή που υπογράφει τη σκηνοθεσία.



Εδώ θα βρείτε αναλυτικές πληροφορίες & πρόγραμμα προβολών: http://ruins-documentary.com/#

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Δεν σου πάει η σκιά!

Κουδούνι, αγιασμός, βιβλία κι όξω απ’ την πόρτα!
Άντε κι ένα συνοπτικό λογύδριο απ’ τον διευθυντή, με ευχές που του έστειλε ο εκπρόσωπος του υπουργείου νωρίς το πρωί, για καλή σχολική χρονιά.  
Οι γονείς στα κάγκελα, οι καθηγητές στα πρόθυρα, ο παπάς στις ψαλμωδίες.
Το υπουργείο στο κέντημα, οι εκπρόσωποί του στο ψιλό γαζί και η υποκρισία στον κολωφόνα της δόξας της.

Το προαύλιο ζωσμένο με εκρηκτικά.
Εκατό, διακόσιες, τριακόσιες ψυχές. Ώμοι που θα φορτωθούν αμαρτίες και χρέη και πολλά βιβλία. Όλα, δυσανάλογα με το βάρος τους.  Και νουθεσίες απ’ τους παροικούντες το προαύλιο της ζωής τους.
«Να είστε καλοί μαθητές, να ακούτε τους καθηγητές σας και να αφομοιώνετε αυτά που σας λένε. Να σπουδάσετε και να γίνετε επωφελείς πολίτες στην κοινωνία».

Στιγμιαία συγκίνηση, τα κινητά βαράνε, ο παπάς  αποχωρεί, το σκηνικό αποκαθηλώνεται άρον-άρον και το λευκό τραπεζομάντηλο διπλώνεται για να ξαναμπεί του χρόνου.  Επίσημοι και ανεπίσημοι μαζεύουν τις αλυσίδες τους και επιστρέφουν στο σπήλαιο.  Οι τηλεοράσεις θα το καλύψουν με σύντομο ρεπορτάζ και ανάλογα τις ορέξεις τους, θα του δώσουν τη χροιά που τους βολεύει. «Με προβλήματα ξεκινάει η νέα σχολική χρονιά», ή «Γέμισαν πάλι παιδικές φωνές τα σχολικά προαύλια…».

Λίγο πριν παραχώσω την ύπαρξή μου στους τοίχους του σπηλαίου μου, σου βάζω ένα σκονάκι στην παλάμη.  Στα μουλωχτά. Σε μια έξαρση ειλικρίνειας με τον εαυτό μου. Απέλπιδα προσπάθεια να σου πετάξω ένα σωσίβιο. Διακανονισμός με τις ενοχές μου. Και μια ελπίδα που σιγοκαίει, κάθε φορά που αντικρίζω τη ματιά σου να γυαλίζει. Ακόμα… Και για όσο… Στο μεταίχμιο.

"Αγαπημένε μου,

Λίγο πριν γίνεις ο υποδειγματικός καταναλωτής και ο αυριανός δανειολήπτης μιας τράπεζας.
Λίγο πριν βάλεις ενέχυρο τη ζωή σου.
Λίγο πριν αποκτήσεις φορολογικό μητρώο και ριχτείς στην αρένα με τα λιοντάρια.

Αν  επιμένω να ελπίζω σε κάτι, είναι γιατί υπάρχεις εσύ.
Ακόμα και τις ώρες που μεγεθύνω την παρουσία μου στους τοίχους για να την κάνω επιβλητική και φοβιστική, στο βάθος σε ζηλεύω. Γιατί ξέρω πως η έξοδος, δεν είναι παρά δυο δρασκελιές δρόμος. Έτσι να κάνεις, βγήκες. Το μπόι σου να ορθώσεις, γίνεσαι τιτάνας.
Τη συνομίληκη  φωνή σας  να ενώσετε, σπάτε αλυσίδες και βράχους. Τα ντεσιμπέλ σας να ανακαλύψετε και θα γίνει το σπήλαιο, Μέγαρο Μουσικής! Με την ορχήστρα των Νέων! Να κάνει θεαματική στροφή και έξοδο. Στο φως!

Με λατρεία,
Η μαμά σου.

Απ’ τα βάθος του σπηλαίου"


Πηγή: http://lyemium.com/content/worldwide-street-art-7-havana-cuba

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2013

Ο «τζαμπατζής», οι τζάμπα μάγκες κι ένα Γαμώτο!...

Μπορεί να ψυχομαχάει η γλώσσα μας, αλλά το ταλέντο μας να βάζουμε τις αποχρώσεις που γουστάρουμε στα γεγονότα, παραμένει αμείωτο.  Να τα μοντάρουμε, να τα μουτζουρώνουμε, να τα παραποιούμε και  να τα απαξιώνουμε. Ακόμα κι αν πρόκειται για το θάνατο ενός εφήβου. Εκεί δηλαδή που ο λόγος κάνει παύση και οι λέξεις σιωπούν. Γιατί βρίσκουν πως δεν έχουν κάτι να πουν. Πώς να χωρέσεις άλλωστε  τον πόνο σε στρόγγυλα σύμβολα; Πώς να διαχειριστείς το άδικο με συλλαβές, με παραγράφους και τελείες; Πώς καταγράφεται η κραυγή; Πού τονίζεται η αναλγησία; Πόσες συλλαβές να βάλεις στο «γαμώτο»; Γαμώτο!...

Το τρόλεϋ που ήταν εν κινήσει, βαφτίστηκε θύτης. Ο ελεγκτής έκανε τη «δουλειά» του. Αυτό που έγινε, δεν ήταν παρά ένα γεγονός που τον απέσπασε απ’ την εύρυθμη λειτουργία του καθήκοντός του. Οι κραυγές διαμαρτυρίας, ήταν λαϊκισμοί και βούτυρο στο ψωμί των λαθρεπιβατών. Η διανόηση ντύθηκε τα καλά της κι άνοιξε τη μηχανή του κιμά. Δεν έφτασε ο φυσικός θάνατος. Τέτοια απροειδοποίητα γεγονότα, αναζωπυρώνουν κάτι μικρές εστίες φωτιάς που σιγοκαίουν. Κατέφθασαν άμεσα στον τόπο του δυστυχήματος, οι μεγάλες δυνάμεις. Οι διαφωτιστές, οι λόγιοι και οι αναλυτές. Και την ώρα που ένα δεκαοχτάχρονο παιδί ξεψυχούσε ημίγυμνο στην άσφαλτο, τα όρνια του tweeter  πέταγαν ήδη πάνω απ’ το κεφάλι του. "Συμπέρασμα: οι ελεγκτές δεν πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους γιατί κάποιος τζαμπατζής μπορεί να πηδήξει έξω από το όχημα. Λογικό". Χειροκροτήματα κάτω απ’ την πίστα. Πανέρια με λάϊκ και γαρύφαλλα στην κυρία!  Εξαιρετική εκτέλεση! Αγαπημένοι γραφιάδες. Γνώριμα πρόσωπα. Πάνω τους είχαμε ακουμπήσει  ελπίδες, θαυμασμό και προσδοκίες. Αγοράσαμε τα βιβλία τους, τα διαδώσαμε, γίναμε μια μικρή αλυσίδα τριγύρω τους και τροφοδοτήσαμε την επαγγελματική τους ανέλιξη. Γαμώτο!...

Καθάρισε κι αυτός ο λεκές. Σύντομα, περιεκτικά και με τη στόφα του λογοτέχνη. Νομιμοποιήθηκε η πράξη. Εκλογικεύτηκε ο θάνατος. Απ’ τους ποιητές  της ζωής…  Το «σοφό παιδί» κόβει πάντα εισιτήρια.  Ή έστω, διαθέτει κάρτα απεριορίστων διαδρομών.  Δεν αντιστέκεται στους ελεγκτές και πεθαίνει ησύχως. Δίχως θεαματικά βολ-πλανέ στο κράσπεδο και αλυσιτελείς  τραυματισμούς.

Πριν πάρει το δρόμο της ανακύκλωσης, υπήρχε στο ράφι μου ένα βιβλίο που, κατά σατανική σύμπτωση, έφερε έναν προφητικό τίτλο. Απ’ τη συγγραφέα με το περίστροφο.
«Τι θα γίνω άμα δεν μεγαλώσω».

Δεν θα μεγαλώσει.

Γαμώτο!...


Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Χωρίς λόγια


Στο φούρνο της γειτονιάς.  Μέρα και ώρα αιχμής. Μεσημέρι Σαββάτου. Με τους πελάτες να βγαίνουν φορτωμένοι φρατζόλες, κουλούρια και ζεστά κρουασάν. Μηχανικές κινήσεις και αδιάφορα βλέμματα.  Μπροστά μου μια καλοσχηματισμένη γυναικεία φιγούρα.  Με σκουρόχρωμη μακριά ρόμπα, κουμπωμένη ψηλά στο λαιμό της και τη χαρακτηριστική μαντήλα να καλύπτει το κεφάλι της. Σφιχτά δεμένη. Να μη φαίνεται ούτε τρίχα απ’ τα μαλλιά της. Στο χέρι της κρατάει ένα κέρμα, το άλλο σφίγγει δυνατά ένα παιδικό χέρι. Μια μικρή, ίσαμε δέκα χρόνων. Δίχως μαντήλα. Με μαλλιά φιλντισένια και δυο μάτια που πέσανε πάνω μου, σα φλογεροί κομήτες. Για ένα δευτερόλεπτο. Όχι παραπάνω.

Προσποιούμαι πως χαζεύω τις βιτρίνες με τα γλυκά.
Όση ώρα η μητέρα της παραγγέλνει μια φρατζόλα, με τα ισχνά ελληνικά της,  ένα παιδικό χέρι υψώνεται δειλά, προς τον πάγκο με τις σοκολάτες. Δίπλα στην ταμειακή.  Απλώνει τα δάχτυλά της πάνω απ’ το κουτί και αγγίζει τρυφερά τα χάρτινα περιτυλίγματα. Τα χαϊδεύει. Και ξαναρίχνει το χεράκι της κάτω. Βαρύ σα μολύβι. Την ακούω να καταπίνει μιαν ανάσα αέρα. Διακρίνω τη διαδρομή του σάλιου της. Μια μικρή μπαλίτσα, που κατρακυλάει ξέφρενα στο λαιμό της.

Στιγμιαίος διάλογος με τη μητέρα της. Βουβός, μόνο με τα μάτια.  Μα απόλυτα εύγλωττος. Απλώνω το χέρι μου δείχνοντας τις σοκολάτες. «Μπορώ να…;». Μου απαντάει κατηγορηματικά. «Ούτε που να το σκεφτείς!». Σφίγγει δυνατά το παιδικό χέρι και φεύγουν κι οι δύο με γρήγορο βηματισμό.

Μια στιγμή μονάχα. Τόσο χρειάστηκε. Δίχως λόγια. Δίχως χειρονομίες. Μ’ ένα καθαρό βλέμμα. Παραχωμένο πίσω από μια μαντήλα. Κι ας μην ήξερε να μιλάει σωστά τη γλώσσα μου. Κι ας ήταν αδύνατον  να ξεστομίζει  σωστά τις λέξεις  και να φτιάχνει σεντόνια με όμορφες φράσεις. Με μια ματιά της μόνο με αποστόμωσε. Με κόλλησε χαλκομανία, στην ψευδοροφή της ευδαιμονίας μου.

Και μου υπενθύμισε με τον πιο αυστηρό τρόπο, πως η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν είναι προνόμιο του κατέχοντος. Ίσα-ίσα… Ζει και βασιλεύει στο μαγικό κόσμο του μη έχοντος.